Την καθιέρωση θεσμοθετημένου οργάνου διακυβερνητικής συνεργασίας, το οποίο θα προβλέπει κοινές συναντήσεις των Υπουργικών Συμβουλίων Ελλάδας και Κύπρου στην παρουσία των επικεφαλής των δύο Κυβερνήσεων, ανακοίνωσαν σήμερα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης και ο Πρωθυπουργός Μητσοτάκης είχαν το μεσημέρι κατ’ ιδίαν συνάντηση, στο Μέγαρο Μαξίμου, στο πλαίσιο της επίσημης επίσκεψης του Προέδρου της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, την οποία ακολούθησαν διευρυμένες συνομιλίες των αντιπροσωπειών των δύο Κυβερνήσεων.
Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος και ο Πρωθυπουργός προέβησαν σε δηλώσεις στα ΜΜΕ.
Καλωσορίζοντας τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη, ο κ. Μητσοτάκης είπε «κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας, σάς υποδέχομαι, σήμερα, στην Αθήνα, στην πρώτη σας επίσημη επίσκεψη μετά την εκλογή σας. Θερμά συγχαρητήρια. Εύχομαι καλή δύναμη και αντοχές στα δύσκολα.
Αγαπητέ Νίκο, δυστυχώς η συνάντησή μας γίνεται με βαριά ακόμη τα σύννεφα της οδύνης από την τραγωδία των Τεμπών πάνω απ’ την Ελλάδα και την Κύπρο. Γιατί σ’ αυτό το φριχτό δυστύχημα έχασαν τη ζωή τους και δύο νέοι της Μεγαλονήσου: Η Αναστασία και ο Κυπριανός.
Όμως, όσο λυπημένοι και θυμωμένοι νιώθουμε τόσο αποφασισμένοι είμαστε ν’ αλλάξουμε όλα όσα μας πόνεσαν: κενά δεκαετιών στις υποδομές, αλλά και απαράδεκτες συμπεριφορές κρατικών υπαλλήλων που, δυστυχώς, επίσης έρχονται από το χθες. Αναλαμβάνοντας, μάλιστα, την ευθύνη εκ μέρους του πολιτικού συστήματος, ένα δήλωσα και δηλώνω: ότι θα είμαι πρώτος στη μάχη για να ξεριζωθεί από τη χώρα κάθε νησίδα του παλαιού αναχρονιστικού κράτους. Αυτή είναι η μεγάλη μάχη την οποία πρέπει να κερδίσουμε.
Οι λαοί μας είναι μαζί και σε αυτήν τη δοκιμασία. Όπως μαζί είναι πάντα απέναντι στις χαρές και τις λύπες. Γι’ αυτό και θα ήθελα, αγαπητέ Νίκο, να δεχτείς τα συλλυπητήριά μας προς τις οικογένειες και όλους τους αδελφούς Κυπρίους, με την ίδια θέρμη που και εμείς δεχτήκαμε τη δική σας συμπαράσταση.
Διαχρονικά, άλλωστε, είμαστε δίπλα-δίπλα. Στην ίδια πλευρά και πάντα με τα ίδια συναισθήματα.
Αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε και, μάλιστα, ειδικά σε αυτήν τη συγκυρία. Γιατί, πράγματι, ανέλαβες τα καθήκοντα σου εν μέσω γεωπολιτικής ρευστότητας και πολιτικής μεταβλητότητας. Με την πληγή του πολέμου στην Ουκρανία να είναι ακόμα ανοικτή και με τον αναθεωρητισμό και την αμφισβήτηση των διεθνών συνόρων να εκφράζονται απροκάλυπτα.
Και σήμερα είναι αναγκαία όσο ποτέ η ενίσχυση της συστράτευσης Ελλάδας και Κύπρου. Η στενή μας συνεργασία ξεκινά ήδη την ερχομένη εβδομάδα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη είχαμε μια μακρά πορεία κοινών αγώνων στις Βρυξέλλες και είμαι έτοιμος στο νέο ξεκίνημά σου να συνεχίσουμε το μεγάλο μας κοινό όραμα για την επίλυση του Κυπριακού στη βάση πάντα των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών.
Με τον προκάτοχό σου, Αθήνα και Λευκωσία πετύχαμε τα τελευταία χρόνια να διευρύνουμε τη διπλωματική επιρροή του εθνικού μετώπου σε όλα τα πεδία. Από την καταδίκη της επιθετικότητας κατά των χωρών μας έως την υιοθέτηση ευρωπαϊκών πολιτικών για το Μεταναστευτικό. Μαζί αγωνιστήκαμε και συμβάλαμε στη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης. Μαζί καταφέραμε και πετύχαμε Ελλάδα και Κύπρος, Κύπρος και Ελλάδα, να γίνουν πρωταγωνιστές ενός νέου ενεργειακού χάρτη που τώρα διαμορφώνεται.
Στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο επίκεντρο θα είναι κρίσιμα ζητήματα και για την Ελλάδα και την Κύπρο, η οικονομία και η μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, η διαφύλαξη της ενιαίας αγοράς και η προώθηση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
Η παρουσία σου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, λοιπόν, ξεκινά δυναμικά. Ως προς την πρόκληση του μεταναστευτικού, ένα θέμα που μας έχει απασχολήσει και τους δύο πολύ, θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε από κοινού τις θέσεις μας, προκειμένου να διασφαλίσουμε τα συμφέροντα των κρατών μελών της πρώτης γραμμής, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος. Πρωταρχική σημασία σε αυτή την προσπάθεια έχει η προστασία των συνόρων μας, που είναι όπως όλοι ξέρουμε και εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, με σεβασμό πάντα στο διεθνές δίκαιο και στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Όσον αφορά τις σχέσεις της Ελλάδας-Τουρκίας, μετά από μια μακρά περίοδο απαράδεκτων προκλήσεων και επιθετικής συμπεριφοράς, βιώνουμε σήμερα, σε συνέχεια των φονικών σεισμών που ανθρώπινα έφεραν τους δύο λαούς πιο κοντά, μια αποκλιμάκωση και πιο θετική συμπεριφορά. Στη στάση αυτή ανταποκριθήκαμε όπως και θα ανταποκρινόμαστε πάντα σε ό,τι αποσκοπεί στη μείωση της έντασης και στον διάλογο. Θέλω να ελπίζω ότι μια τέτοια βελτίωση μπορεί να έχει αντίκτυπο και στο Κυπριακό.
Άλλωστε, η διεθνής νομιμότητα δεν μπορεί να ανέχεται, στον 21ο αιώνα, ούτε κατοχικό στρατό στην Κύπρο ούτε το ξεπερασμένο σύστημα εγγυήσεων και δικαιώματα επέμβασης τρίτων στις υποθέσεις της. Αντίθετα, είναι καιρός πλέον το ευρωπαϊκό κεκτημένο να απλωθεί σε όλο το νησί. Στο πλαίσιο μιας επανενωμένης διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας στην οποία συμφωνούμε.
Και αν και η τουρκική αδιαλλαξία εμπόδιζε μέχρι τώρα κάθε βήμα, η εμπειρία σου ως Υπουργού Εξωτερικών με κάνει πιο αισιόδοξο. Και αυτή η αισιοδοξία γίνεται ελπίδα, γνωρίζοντας την ισχυρή σου βούληση, την οποία διατύπωσες από την πρώτη στιγμή που σε εμπιστεύθηκε ο κυπριακός λαός, να επανεκκινήσει ο σχετικός διάλογος για το Κυπριακό και, μάλιστα, με πιο δυναμική ευρωπαϊκή εμπλοκή την οποία η χώρα μας προφανώς θα στηρίξει και θα διεκδικήσει.
Ξεκινάμε λοιπόν μια νέα σελίδα συνεργασίας και συντονισμού. Οι νέες προκλήσεις για τη διατήρηση της ειρήνης, της ασφάλειας και σταθερότητας στη γειτονιά μας και ειδικότερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου απαιτούν εγρήγορση και συνεργασία με όλους τους εταίρους και συμμάχους μας.
Και πιστεύω ότι μια πρώτη πολύ θετική έκφραση του νέου αυτού ξεκινήματος είναι η θεσμοθέτηση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών μας, μια διαδικασία οργανωμένου διακυβερνητικού διαλόγου που ενδεχομένως θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και αρκετό καιρό. Την ανακοινώνουμε όμως σήμερα και πιστεύω ότι στην πρώτη του συνεδρίαση, θα μπορέσουμε να συζητήσουμε πολλά θέματα κοινού ενδιαφέροντος, όπως η ενέργεια, η ναυτιλία και η προστασία του περιβάλλοντος και να θέτουμε κοινούς στόχους και χρονοδιαγράμματα με συγκεκριμένα ορόσημα για το πώς η συνεργασία μεταξύ των κρατών μπορεί να γίνει ακόμη πιο στενή.
Συνεχίζουμε, λοιπόν, την κοινή μας πορεία. Με την Αθήνα πάντα στο πλευρό της Λευκωσίας, αλλά και με εμένα στο δικό σου πλευρό, φίλε μου Νίκο».
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε «κύριε Πρωθυπουργέ, αγαπητέ μου Κυριάκο, θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για τη θερμή φιλοξενία και την πολύ εποικοδομητική συζήτηση που είχαμε. Θα ήθελα να εκφράσω για ακόμα μια φορά τα συλλυπητήριά μου για την ανείπωτη τραγωδία στα Τέμπη, στις οικογένειες των θυμάτων, στην πλειοψηφία τους νέοι άνθρωποι, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και δύο Κύπριοι. Η Κύπρος συμπαραστέκεται στην Ελλάδα και πενθεί μαζί της.
Η σημειολογία της πραγματοποίησης της πρώτης επίσκεψης του εκάστοτε Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά σημαντική και αποτελεί και στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα για το επίπεδο των σχέσεων μας και των αδελφικών δεσμών ανάμεσα στις δύο χώρες.
Η πρώτη μου επίσκεψη ως Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα δεν είναι, όμως, απλά συμβολικής σημασίας. Έχει ιδιαίτερα ουσιαστική σημασία, λαμβάνοντας υπόψη τις κοινές προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, καθώς και τις κοινές μας επιδιώξεις τόσο σε διμερές και περιφερειακό επίπεδο όσο και εντός της κοινής ευρωπαϊκής μας οικογένειας. Και όλα αυτά αντανακλώνται και από τη σημερινή, πολύ εποικοδομητική συζήτησή μας.
Είχαμε σήμερα την ευκαιρία να συζητήσουμε για το Κυπριακό, όπου, μεταξύ άλλων, ενημέρωσα λεπτομερώς τον Πρωθυπουργό για την ανάγκη ενεργότερης εμπλοκής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην προσπάθεια να σπάσουμε το αδιέξοδο στο Κυπριακό και να επαναρχίσουν οι συνομιλίες.
Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά, πως τα δεδομένα δεν είναι εύκολα, γνωρίζουμε τις δυσκολίες, αλλά την ίδια στιγμή, έχουμε την έντονη πεποίθηση πως η παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν μπορεί να αποτελεί τη λύση του Κυπριακού. Δεν μπορεί η Κύπρος να παραμένει μοιρασμένη και υπό κατοχή.
Ανταλλάξαμε, επίσης, απόψεις για τις διμερείς μας σχέσεις, οι οποίες είναι εξαίρετες, αλλά υπάρχει πάντοτε περιθώριο βελτίωσής τους. Σε αυτό το πλαίσιο, όπως έχει προαναφέρει και ο Πρωθυπουργός, συμφωνήσαμε να καθιερώσουμε ένα θεσμοθετημένο όργανο διακυβερνητικής συνεργασίας το οποίο θα προβλέπει κοινές συναντήσεις των Υπουργικών Συμβουλίων Ελλάδας και Κύπρου στην παρουσία των δυο μας, σε τακτά χρονικά διαστήματα. Θεωρώ την απόφαση αυτή ως ιδιαίτερα σημαντική, μια απόφαση που έπρεπε να είχε ληφθεί εδώ και χρόνια.
Τα περιφερειακά ζητήματα και ειδικότερα οι εξελίξεις στη γειτονιά μας ήταν επίσης ένα σημαντικό μέρος των σημερινών συζητήσεών μας. Υπάρχουν πολλές προκλήσεις στην περιοχή μας, αλλά παράλληλα και πολλές ευκαιρίες. Εμείς επικεντρωνόμαστε στην κατάλληλη διαχείριση των προκλήσεων όσο και στη βέλτιστη αξιοποίηση των ευκαιριών που υπάρχουν. Σε αυτό το πλαίσιο συζητήσαμε και τις κοινές περιφερειακές μας δράσεις που αποδεικνύουν εμπράκτως την προσπάθεια Κύπρου και Ελλάδας να είμαστε πυλώνες ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή.
Μέρος της συζήτησής μας ήταν και η άμεση και συγκινητική ανταπόκριση των Κυβερνήσεων αλλά και των απλών ανθρώπων σε Ελλάδα και Κύπρο στον πόνο και την καταστροφή που προκάλεσαν οι καταστροφικοί σεισμοί σε Τουρκία και Συρία. Νιώθω πως αυτά μας δείχνουν, για ακόμα μια φορά, πως επί της ουσίας, η επιδίωξη όλων πρέπει να είναι η ειρηνική συνύπαρξη σε συνθήκες ευημερίας και ασφάλειας και μακριά από πολεμικές κορώνες και απειλές εκτός του πλαισίου της διεθνούς νομιμότητας.
Τέλος, συζητήσαμε θέματα που αφορούν την Ευρωπαϊκή Ένωση και την επικείμενη κοινή συμμετοχή μας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Μαρτίου, όπου θα συζητηθεί σημαντικός αριθμός θεμάτων που επηρεάζουν τις χώρες μας όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, θέματα ενέργειας αλλά και το μεταναστευτικό, και η υλοποίηση της απόφασης που λήφθηκε για εκπόνηση σχεδίου δράσης της ΕΕ για τη μεταναστευτική οδό της Ανατολικής Μεσογείου. Αναφερθήκαμε συναφώς και στο γεγονός ότι τόσο εγώ όσο και ο Πρωθυπουργός ανήκουμε στη μεγάλη οικογένεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και τη σημασία που αυτό έχει στην υλοποίηση των κοινών μας στόχων.
Θέλω κλείνοντας, να εκφράσω τη χαρά μου που βρίσκομαι σήμερα στην Ελλάδα, να ευχαριστήσω και πάλι τον Πρωθυπουργό για τη φιλοξενία, διαβεβαιώνοντας παράλληλα πως η συνεργασία μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας, όχι μόνο θα συνεχίσει, όπως και πριν, να είναι πολύ στενή, ειλικρινής, άμεση και αποτελεσματική, αλλά θα ενισχυθεί ακόμα περισσότερο, θα είναι ακόμη πιο αποτελεσματική».
Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών