Μπορεί ένα έγκλημα όταν παραγραφεί να σταματά η ποινική δίωξη του δράστη, ωστόσο η συναισθηματική φθορά που έχει προκαλέσει στα θύματα εξακολουθεί να υφίσταται όσα χρόνια και αν περάσουν. Αυτό ισχύει και για τις οκτώ μέχρι στιγμής κοπέλες, που μετά από 16 χρόνια εξακολουθεί να τις στοιχειώνει η τραυματική εμπειρία που βίωσαν, έφηβες, στον χώρο όπου έκαναν ιδιαίτερα μαθήματα Φυσικής με τον «έγκριτο», για την μικρή κοινωνία της Μυτιλήνης, καθηγητή τους.
Σύμφωνα με τις ανώνυμες καταγγελίες των οκτώ γυναικών στο stonisi.gr, οι ανήλικες τότε μαθήτριες Λυκείου δέχονταν σεξουαλική παρενόχληση από τον ίδιο τους τον καθηγητή, στο πλαίσιο των ιδιαίτερων μαθημάτων που έκαναν στο υπόγειο του σπιτιού του, για να τις διδάξει την ύλη του μαθήματος, ώστε να διαγωνιστούν με επιτυχία στις Πανελλήνιες εξετάσεις.
Μαρτυρίες ανήλικων μαθητριών
Όπως αποκαλύπτουν οι νεαρές γυναίκες στο ρεπορτάζ του stonisi.gr, «στη Γ΄ Λυκείου έγινε πιο διαχυτικός, με έβαζε να κάθομαι στα πόδια του και με χάιδευε σε επίμαχα σημεία. Μου έλεγε ότι το κάνει για το καλό μου για να με ξεμπλοκάρει. Έλεγε πως οι γυναίκες λειτουργούν με δύο τρόπους άλλες με το ξύλο και άλλες με το σεξ και ότι εγώ ανήκω στη δεύτερη κατηγορία. Ένιωθα πολύ άβολα και του το έλεγα. Ένιωθα βρώμικη και πολλές φορές αηδίαζα με όλα αυτά που γινόταν. Εκτός από το σώμα μου όμως δηλητηρίαζε και το μυαλό μου με σαδομαζοχιστικές ιστορίες από τις σχέσεις του και τις περιπέτειές του με άλλες μαθήτριες. Μιλούσε για βία ξύλο και σεξ και το ευχαριστιόταν. Μου είχε κάνει σε τέτοιο βαθμό πλύση εγκεφάλου που νόμιζα ότι όλα αυτά είναι φυσιολογικά και ότι έτσι συμβαίνει μεταξύ καθηγητών και μαθητών. Ένιωθα ενοχές και αηδία και φυσικά δεν τόλμησα ποτέ να μιλήσω στην οικογένειά μου. Το κράτησα μυστικό για πολλά χρόνια γιατί νόμιζα ότι η ευθύνη ήταν δική μου».
Μια άλλη μαρτυρία γυναίκας αναφέρει πως «τον κοιτούσα με απορία για να μου εξηγήσει ότι το έκανε για να ξεσπάσω και να μου διώξει το άγχος. Από κει και πέρα ξεκίνησε σφιχτές αγκαλιές και με την πρώτη ευκαιρία μου τσιμπούσε το στήθος. Κράταγα σφιχτά την μπλούζα μου και περίμενα πότε θα τελειώσει το μάθημα για να φύγω από το υπόγειο».
Άλλη κοπέλα σημειώνει με την μαρτυρία της ότι «μία μέρα με κάλεσε στο σπίτι για να κάνουμε κάποια επιπλέον μαθήματα. Εκεί που καθόμασταν ξαφνικά μου έδωσε στα καλά καθούμενα, χωρίς να έχει προηγηθεί τίποτα σημαντικό, δύο δυνατά χαστούκια. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο μεγάλο ήταν το σοκ που έπαθα, μια που ήμουν παιδί που στην οικογένεια δεν συνηθιζόταν τέτοιου είδους συμπεριφορές. Σηκώθηκα πανικόβλητη να φύγω και με πήρε αγκαλιά. Τρόμαξα φυσικά, από όλο αυτό. Δικαιολογήθηκε πως έγινε για το καλό μου για να με χαλαρώσει. Δεν ξαναπήγα ποτέ μόνη στο δωμάτιο αυτό. Τότε δεν συνειδητοποίησα ότι είναι παρενόχληση».
Σε άλλη μαρτυρία αναφέρεται ότι «έβγαζε αυτό το πνεύμα του καλού καθηγητή που ήθελε να συγκεντρωθούμε και την ίδια ώρα έπιανε στο μπούτι και μου ζητούσε να κάτσω στα πόδια του. Είναι λεπτομέρειες που τώρα μου έρχονται. Μου έλεγε ιστορίες από τη σεξουαλική του ζωή χωρίς κανένα λόγο, κι όλα αυτά μέσα σε ένα δωμάτιο με αποπνικτική ατμόσφαιρα με ζέστη, όπου έπρεπε να λύνω ασκήσεις και ήθελα να σηκωθώ να φύγω αμέσως».
Μία άλλη κοπέλα συμπληρώνει ότι «μου ζήτησε να καθίσω στα πόδια του και αρνήθηκα. Με χτύπησε δυνατά, και μου είπε είναι για το καλό σου για να χαλαρώσεις. Έφυγα τρέχοντας και μίλησα στη μητέρα μου. Εκείνο το βράδυ τον πήρε τηλέφωνο και του είπε ότι δεν θέλω να ξαναπάω στο μάθημα. Της είπε δήθεν ότι με πίεσε λίγο παραπάνω και ότι είναι φυσικό να είμαι αγχωμένη. Συνέχισα για λίγο καιρό ακόμη τα μαθήματα με το γκρουπάκι χωρίς να πηγαίνω πια στο ιδιαίτερο δωμάτιο».
«Κάποιες φορές γινόταν αφόρητος γιατί απαιτούσε να κάτσουμε στα πόδια του, δήθεν για να μας ηρεμήσει από το άγχος. Για να «ηρεμήσουμε» έπρεπε να μας κάνει μασάζ στα πόδια και στον αυχένα, επεκτεινόμενος στο να ακουμπάει ακόμα και εσώρουχα. Έδειχνε σχεδόν εμμονικός, προσπαθώντας να μάθει λεπτομέρειες σχετικά με το τι μας προκαλούσε διέγερση. Δε δίστασε να χαστουκίσει μια από εμάς επειδή του έφερε αντίρρηση όταν της ζήτησε να κάτσει στα πόδια του, με αποτέλεσμα η κοπέλα να σταματήσει τα μαθήματα. Νιώθαμε τόσο άβολα που φοράγαμε φαρδιά ρούχα ώστε να μη προκαλέσουμε παραπάνω αγγίγματα από αυτά που ήδη δεχόμασταν. Βρισκόταν σε θέση ισχύος ως ο Καθηγητής και το εκμεταλλεύτηκε. Κάποιοι από τους γονείς ήταν ενημερωμένοι, λόγω όμως της κλειστής κοινωνίας και του φόβου του στιγματισμού δεν κινηθήκανε νομικά», εξηγεί μια πρόσθετη μαρτυρία.
Ο τρόπος δράσης του καθηγητή
Ποια ήταν άραγε τα κίνητρα του καθηγητή για να προβαίνει συστηματικά σε πράξεις σεξουαλικής και συναισθηματικής παρενόχλησης ανήλικων μαθητριών, οι οποίες τον πλήρωναν για να τις μεταλαμπαδεύσει τις γνώσεις του, ώστε να περάσουν στην Σχολή των ονείρων τους; Ποια ήταν τα «μέσα» και οι χάρτες του μυαλού του, που τον οδηγούσαν να δράσει με τόση άνεση;
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των γυναικών, ο συγκεκριμένος καθηγητής φαίνεται να δρούσε με οργανωμένο και μεθοδικό τρόπο χωρίς να προκαλεί υποψίες στους γονείς των μαθητριών, πάντοτε μέσα στον «ασφαλή» χώρο του σπιτιού του. Συγκεκριμένα, επέλεγε τα θύματά του με βάση κοινά χαρακτηριστικά (μαθήτριες), προγραμμάτιζε τον τρόπο της επίθεσής του, χρησιμοποιούσε δικό του «όπλο», ήταν έξυπνος με καλή εργασία, είχε αίσθηση ανωτερότητας από τους υπόλοιπους ανθρώπους και επιδείκνυε έλεγχο, παραπλανώντας τόσο τους γονείς των θυμάτων όσο και τις ίδιες τις μαθήτριες, λέγοντας ότι «το κάνει για να αυξηθεί η απόδοσή τους στο μάθημα».
Επίσης, το γεωγραφικό προφίλ δράσης του ήταν συγκεκριμένο, γύρω από τον χώρο του, ώστε να έχει το πάνω χέρι και να νιώθει ότι ασκεί εξουσία. Ως παγιδευτής δράστης, κυριολεκτικά φαίνεται πως παγίδευε τις μαθήτριες στον ειδικά διαμορφωμένο σκοτεινό χώρο, τον οποίο διατηρούσε στο υπόγειο του σπιτιού του, δηλαδή συναντούσε τα θύματά του σε συγκεκριμένο μέρος λόγω τους επαγγέλματός που ασκούσε, ενώ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως κυνηγός, καθώς είχε ως βάση τον τόπο κατοικίας του, αφού όλα τα ιδιαίτερα μαθήματα γινόντουσαν στο υπόγειο του σπιτιού του.
Επιπλέον, δρούσε και ως ενεδρευτής, καθώς παρέσερνε τις μαθήτριες σε ένα μέρος που είχε τον πλήρη έλεγχο για να επιτεθεί και έπειτα «έθαβε» τις πράξεις του για να τις κρύψει. Χαρτογραφώντας την σκέψη του δράστη, τα θύματα μπορούν να καταταγούν ως «κανονικά άτομα», δηλαδή προσπαθούσε να αναπτύξει σχέση εμπιστοσύνης με τις ανήλικες μαθήτριες, συναντώντας τες στο ίδιο μέρος.
Μπορεί αυτή η υπόθεση σεξουαλικής παρενόχλησης ως αξιόποινη πράξη να έχει παραγραφεί με το πέρασμα των χρόνων, ωστόσο η παραπάνω σκιαγράφηση του προφίλ του δράστη αποδεικνύει ότι ένας άνθρωπος με κακοποιητική συμπεριφορά, μπορεί να έχει κοινό τρόπο δράσης (modus operandi) και με έναν κατά συρροή δολοφόνο, σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση του Kim Rossmo (1996). Βία, άσκηση εξουσίας, αίσθηση ανωτερότητας, απουσία συναισθημάτων και τύψεων είναι μερικά από τα κοινά προαναφερθέντα χαρακτηριστικά τους.
Το θέμα είναι, τι έχει αλλάξει μέχρι σήμερα, ώστε να μεγαλώνουμε ενημερωμένα παιδιά με άμεσα αντανακλαστικά πρόληψης και αντιμετώπισης τέτοιων εγκληματικών πράξεων, περιθωριοποιώντας κάθε διεστραμμένη αντίληψη ενός δήθεν καθωσπρεπισμού.
Το “ταξίδι” του κατά συρροή δολοφόνου “Ορέστη” προς τα εγκλήματα