Αρχικά, η εγκληματολογία ως επιστήμη είχε εστιάσει το ενδιαφέρον της ιδίως σε αδικήματα που διαπράττονται από άτομα με χαμηλό πνευματικό, κοινωνικό και μορφωτικό επίπεδο (Βασιλαντωνοπούλου 2012). Εντούτοις, υπήρξαν και ακαδημαϊκοί οι οποίοι ασχολήθηκαν εκτενώς με εγκλήματα που τελούν άτομα με υψηλή κοινωνική θέση, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας.
Ο Αμερικανός κοινωνιολόγος E.Sutherland (1883-1950) ήταν ο πρώτος που μίλησε για εγκλήματα του λευκού περιλαιμίου, το Δεκέμβριο του 1939, στην εισήγησή του στην Αμερικανική Ένωση Κοινωνιολόγων (Κασάπογλου 2016).
Το έγκλημα του λευκού περιλαιμίου (white collar crime) διαπράττεται από άτομα με υψηλό κύρος και κοινωνική θέση, στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας.
Mε τον ανωτέρω ορισμό, ο συγγραφέας επεδίωξε να αναδείξει «την παραβατική συμπεριφορά που υιοθετείται από επιχειρηματίες, υψηλόβαθμους επαγγελματίες…» (Βασιλαντωνοπούλου 2012:56).
Σύμφωνα με τους Clinard και Quinney (1986:188), «εταιρικό έγκλημα συνιστούν οι προσβολές που διαπράττονται από τα εταιρικά στελέχη προς όφελος της εταιρείας και οι προσβολές της ίδιας της εταιρείας». Στο εταιρικό έγκλημα (corporate crime), λοιπόν, το ενδιαφέρον εστιάζεται στα δομικά χαρακτηριστικά μιας επιχείρησης (Slapper & Tombs 1999:17).
Κατά τον Sutherland, τα χαρακτηριστικά του εγκλήματος του λευκού περιλαιμίου είναι:
α) η ευρεία διάδοση, «σε βαθμό σχεδόν παγιωμένης επιχειρηματικής πρακτικής» και
β) η ατιμωρησία, καθώς είθισται για άτομα που ανήκουν σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα να περιβάλλονται από «ένα πέπλο προστασίας» (Βασιλαντωνοπούλου 2012:60).
Βασικές ιδιότητες του εγκλήματος
Βασικές, ακόμη, ιδιότητες του εγκλήματος του λευκού περιλαιμίου είναι οι εξής:
α) τούτο συνίσταται στην εκμετάλλευση της ευπιστίας των θυμάτων,
β) τελείται με επιτηδευμένο τρόπο που δυσχεραίνει ή αποκλείει την ανακάλυψη του δράστη και
γ) διαπράττεται από άτομα που έχουν επίγνωση του άδικου χαρακτήρα της δράσης τους, εντούτοις διαφωνούν με την εγκληματική ιδιότητα που αποδίδεται σε αυτήν (Κουράκης 2001:770).
Τα εγκλήματα του λευκού κολάρου αποτελούν «ορθολογικά επιλεγμένες πράξεις» για τις οποίες βασικό στόχο αποτελεί «το οικονομικό κέρδος ή η επιτυχία στον εργασιακό τομέα, η οποία μπορεί να οδηγήσει στο οικονομικό κέρδος» (Coleman, 1987:61).
Το εταιρικό έγκλημα διαπράττεται από άτομα ή συλλογικότητες ατόμων της επιχείρησης και έχει ως στόχο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της εταιρείας (Slapper & Tombs 1999:14-16). Συνεπώς, στο εταιρικό έγκλημα ο δράστης συνιστά κυρίαρχο παράγοντα στην πραγματοποίησή του, παράλληλα όμως το εν λόγω αδίκημα συνδέεται με τη δομή, την κουλτούρα και τον τρόπο λειτουργίας της επιχείρησης (Slapper & Tombs 1999:16).