Την Τρίτη 31 Μαρτίου, πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες πρόωρες αποφυλακίσεις στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας, λόγω κορωνοϊού. Η απειλή της εξάπλωσης του ιού στο εσωτερικό των φυλακών είχε και έχει ακόμη τεράστια επικινδυνότητα ως προς τη μετάδοση τόσο στους κρατούμενους, όσο και στο προσωπικό του σωφρονιστικού ιδρύματος. Συνολικά 137 κρατούμενοι αποφυλακίστηκαν, έπειτα από παρέμβαση του Προέδρου της Δημοκρατίας με στόχο την απαιτούμενη αποσυμφόρηση των φυλακών. Από αυτούς τους κατάδικους κάποιοι είχαν καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης μέχρι δέκα χρόνια, ενώ κάποιοι άλλοι θα έπρεπε να έχουν εκτίσει το μισό της ποινής τους μέχρι τις 19 Απριλίου και τους υπολείπονταν δύο χρόνια για τη συμπλήρωσή του. Εξαιρούνται βέβαια καταδικασθέντες για αδικήματα φόνου, ανθρωποκτονίας, απόπειρας φόνου, σεξουαλικά αδικήματα κατά ενηλίκων και ανηλίκων, βιασμό, παιδεραστία και παιδική πορνογραφία.
Μεγάλη ικανοποίηση η αποφυλάκιση αυτών των ανθρώπων. Αν και θα έπρεπε να έχει αποφυλακιστεί ο διπλάσιος αριθμός κρατουμένων με βάση τη χωρητικότητα των φυλακών. Πλέον θα μπορούν να ζουν ελεύθεροι, σε μια κοινωνία που απαγορεύει την ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων. Θα μπορούν να ονειρεύονται σε έναν πλανήτη που οι πολίτες πάγωσαν τους στόχους τους. Θα μπορούν να εργαστούν ξανά, σε μια αγορά που έχει αναστείλει τη λειτουργία των εργασιών της. Θα μπορούν να ζουν ασφαλείς, σε ένα αβέβαιο μέλλον για την ανθρωπότητα.
Μέτρα εξωιδρυματικής πολιτικής αντί του εγκλεισμού προτείνουν οι αρχές διάφορων χωρών ανά το παγκόσμιο, την ίδια ώρα που οι κυβερνήσεις των χωρών ιδρυματοποίησαν τους πολίτες τους άνευ διακρίσεων. Σαν άλλοτε ελεύθεροι πολίτες, οι αποφυλακισμένοι θα διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Πώς θα επιβιώσουν όμως οικονομικά, αφού ανήκουν ήδη στην περιθωριοποιημένη ομάδα στην οποία τους κατέταξαν; Πότε θα αξιολογήσουν την ποιότητα της στέγασής τους, εξαιτίας της προφύλαξής τους από την πανδημία;
Οι αποφυλακισθέντες απεγκλωβίστηκαν από τη στέρηση της ελευθερίας τους. Άραγε θα γλυτώσουν από την κοινωνική αδιαφορία μετά την αποφυλάκισή τους; Η κοινωνική ενσωμάτωση θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την πρόσκληση ενός καλεσμένου στο πάρτι σου, αλλά να τον αφήνεις μόνο του να τρώει πατατάκια.
Αντίθετα, επανένταξη είναι να του ζητήσεις να χορέψει μαζί σου στο πάρτι. Άραγε πόσο εύκολο είναι να αποδεχτούμε να χορέψουμε ως κοινωνία του θεάματος με τον κάθε αποφυλακισθέντα; Μήπως απλά η αποστολή της πρόσκλησής μας για να παρευρεθεί στο πάρτι μας είναι αρκετή για να νιώσουμε ότι επιτελέσαμε το χρέος μας; Αλλά σε καμία περίπτωση δεν καταδεχόμαστε να χορέψουμε όλοι μαζί; Μήπως τώρα η απαγόρευση των συναθροίσεων είναι μια δικαιολογία για να αφήσουμε στην άκρη οποιονδήποτε δεν θα καλούσαμε ούτως ή άλλως στο «πάρτι» μας;