Η ονομασία Άουσβιτς είναι γνωστή παγκοσμίως για τον χώρο όπου εκτυλίχθηκαν τα πιο φρικτά βασανιστήρια κατά της ανθρωπότητας στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Παρ’ όλα αυτά, δίπλα από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης υπάρχει μια ζωντανή πόλη 40.000 κατοίκων, η οποία ονομάζεται Όσβιετσιμ, που στα γερμανικά σημαίνει Άουσβιτς. Πρόκειται για μία όμορφη, καθαρή και περιποιημένη πόλη με πολλά εμπορικά καταστήματα, υπεραγορές, εργοστάσια και ιστορικά μνημεία. Σε αυτό το ταξιδιωτικό ρεπορτάζ το Δεκέμβριο 2019, περιηγηθήκαμε στην πόλη Όσβιετσιμ, μιλήσαμε με ντόπιους κατοίκους, δημοσιογράφους της καθημερινής τοπικής εφημερίδας «Gazeta Krakowska», ξεναγούς, καθώς και με υπαλλήλους του κέντρου τουριστικών πληροφοριών, το γραφείο του οποίου εδρεύει στο Μουσείο του Άουσβιτς και σας μεταφέρουμε εικόνες από τη ζωή της μικρής πολωνικής πόλης.
Στη σκιά του παρελθόντος
Σήμερα, οι κάτοικοι της πόλης προσπαθούν να αποβάλουν το στίγμα του μεγαλύτερου παγκόσμιου αόρατου νεκροταφείου στο Άουσβιτς. Θέλουν να διώξουν από την περιοχή τους τα παράξενα συναισθήματα, όπως λύπη, φόβο, φρίκη, θυμό και απόγνωση που δημιουργεί το σκηνικό των στρατοπέδων. «Πίσω είναι το Άουσβιτς, εδώ είναι η πόλη. Οι άνθρωποι εδώ ζούνε πίσω από τη σκιά του Άουσβιτς, αλλά δεν είμαστε εμείς, ήταν οι πρόγονοί μας», ανέφερε η δημοσιογράφος της τοπικής εφημερίδας «Gazeta Krakowska», Małogorzata Gleń.
Οι κάτοικοι σέβονται πάντα τους νόμους για τη μνήμη των θυμάτων, αφού στην περιοχή γύρω από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης απαγορεύεται να υπάρχουν κέντρα διασκέδασης και εθνικοί δρόμοι μεγάλης κυκλοφορίας, όπως ανέφερε η ίδια δημοσιογράφος. «Πρέπει να επικρατεί ησυχία γύρω από το Μουσείο του Άουσβιτς», υπογράμμισε η κ. Glen. Κάτι που σέβονται απόλυτα οι κάτοικοι, το τηρούν ευλαβικά και σε καμία περίπτωση δεν θεωρούν εμπόδιο για την τουριστική ανάπτυξη της πόλης τους.
Και άλλα μνημεία-μουσεία
Η μόνη δυσκολία προσέλκυσης επισκεπτών, όπως ανέφερε ο συντονιστής του κέντρου τουριστικών πληροφοριών Krzysztof Kaminski, είναι ότι ο κόσμος πρέπει να καταλάβει ότι υπάρχει κάτι παραπάνω από το σκοτεινό παρελθόν της πόλης μας και ότι υπάρχουν και άλλα μνημεία μέσα στην πόλη, τα οποία θα μπορούσαν να θαυμάσουν οι επισκέπτες του Μουσείου του Άουσβιτς. «Άλλωστε, η πόλη μας ονομάζεται η πόλη της Ειρήνης και αξίζει να μείνουν για να την γνωρίσουν καλύτερα», πρόσθεσε, λέγοντας πως ελπίζει πως η πόλη θα έχει περισσότερους επισκέπτες στο μέλλον.
Αυτή τη στιγμή στην πόλη Όσβιετσιμ λειτουργούν επτά ξενοδοχεία, διαφόρων κατηγοριών, τα οποία είναι ανοιχτά όλο τον χρόνο. «Σιγά – σιγά υπάρχει τουριστικό ενδιαφέρον γιατί ο κόσμος ενημερώνεται για την πόλη και ζητάει πληροφορίες για τη διαμονή του στην περιοχή», ανέφεραν οι υπάλληλοι του κέντρου τουριστικών πληροφοριών. Οι τουρίστες έχουν τη δυνατότητα να επισκεφτούν το κάστρο και τον πύργο του στην είσοδο της πόλης, διάφορα μουσεία με ιστορικά στοιχεία για τους κατοίκους, την εβραϊκή συναγωγή, την παλιά πόλη και την αγορά στην κεντρική πλατεία.
Παγοδρόμιο-πανεπιστήμιο
Στο Όσβιετσιμ υπάρχει παγοδρόμιο στο οποίο διοργανώνονται αγώνες χόκεϊ. Μάλιστα, η τοπική ομάδα πήρε φέτος τη δεύτερη θέση στους εθνικούς αγώνες της Πολωνίας, όπως υπογράμμισε η ξεναγός Beata Laskowska. Υπάρχει επίσης κολυμβητήριο στο οποίο διεξάγονται αγώνες, αλλά και μαθήματα κολύμβησης σε παιδιά στο πλαίσιο της σχολικής τους εκπαίδευσης. Οι κάτοικοι εργάζονται κυρίως ως οδηγοί λεωφορείων, δημόσιοι ή ιδιωτικοί υπάλληλοι σε διάφορες υπηρεσίες της πόλης, όπως είναι το δικαστήριο, το νοσοκομείο, τα σχολεία, οι τράπεζες, τα εμπορικά καταστήματα, οι τεχνικές σχολές και το πανεπιστήμιο, όπως σημείωσε η κ. Laskowska. Το δημόσιο Πανεπιστήμιο του Όσβιετσιμ ιδρύθηκε την 1η Ιουλίου 2005 και βρίσκεται μόλις λίγα μέτρα δίπλα από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μέχρι στιγμής σπουδάζουν 1.773 φοιτητές σε διάφορα τμήματα προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών, όπως είναι οι Πολιτικές Επιστήμες, τα Οικονομικά, η Διοίκηση Επιχειρήσεων, τα Παιδαγωγικά, η Νοσηλευτική, η Φυσική Αγωγή, η Διαιτολογία, η Αγγλική Φιλολογία, η Χρηματοοικονομική και Λογιστική, η Πληροφορική, η Κοινωνική Εργασία και άλλα, ενώ διαθέτει και προγράμματα Erasmus.
Η ευρύτερη περιοχή στο Όσβιετσιμ έχει χαρακτηριστεί ως προστατευόμενο μνημείο φυσικής και ιστορικής κληρονομιάς. Συνεπώς, οι διαδρομές μέσα από το δάσος και τα μονοπάτια ευνοούν όσους αγαπούν τη φύση και τον αθλητισμό. Oι λάτρες της ποδηλασίας, της ορειβασίας και της πεζοπορίας μπορούν να γνωρίσουν καλύτερα τη φύση της πόλης μέσα από αθλητικές δραστηριότητες ή περιπατητικές διαδρομές. Στο ποτάμι Sola στην πόλη Όσβιετσιμ κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών γίνονται διάφορες δραστηριότητες, όπως αγώνες καγιάκ και κολύμπι των κατοίκων στα καθαρά νερά του. Επίσης, καθημερινά οι κάτοικοι της πόλης κατεβαίνουν στο ποτάμι με τα μικρά παιδιά για περίπατο και για να ταΐσουν με λίγο ψωμί τις πάπιες και τους κύκνους.
Οι στάχτες στο ποτάμι
Ιστορικά, στο ποτάμι Sola οι Ναζί, αφού έκαιγαν τους Εβραίους στα κρεματόρια (ειδικές εγκαταστάσεις με κλιβάνους στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης για την εξολόθρευση των κρατουμένων), πετούσαν τις στάχτες τους μέσα στο ποτάμι, όχι μόνο για να εξαφανίσουν τα ίχνη των νεκρών, αλλά και γιατί θεωρούσαν ότι με τις στάχτες ως λίπασμα θα γίνει πιο εύφορο το έδαφος. Με αυτό το λίπασμα καλλιεργούσαν διάφορα λαχανικά με τα οποία τρέφονταν κάτοικοι σε διάφορες πόλεις, ανέφερε ο ξεναγός Piotr Rutkowski.
Η κερδοσκοπία άνθιζε ακόμη και σε αυτήν την τραγική ιστορική περίοδο. Υπήρχαν κερδοσκόποι από τον χειρότερο εγκληματία που τους βασάνιζε μέχρι τους γιατρούς που έκαναν ανθρώπινα πειράματα, αλλά και εμπορικές γερμανικές εταιρείες που προμήθευαν διάφορα υλικά και προϊόντα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως επιβεβαιώνουν τα ίδια τα ιστορικά στοιχεία. Συγκεκριμένα, υπήρχαν σόμπες οι οποίες υποτίθεται ότι ζέσταιναν τον χώρο όπου στοιβάζονταν οι άνθρωποι, αλλά ποτέ δεν λειτουργούσαν. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν χειρότερες από ό,τι των ζώων, αν αναλογιστεί κανείς ότι έμεναν σε στάβλους χωρητικότητας 51 αλόγων περισσότερα από 400 άτομα.
Όταν συγκεντρώθηκαν οι πολιτικοί άρχοντες της πόλης Όσβιετσιμ στις 31 Αυγούστου 1939 για να ενημερωθούν για την πολιτική κατάσταση, ότι δηλαδή έρχεται πόλεμος, κανένας δεν το πίστευε. Μερικοί φοβόντουσαν, ενώ άλλοι περίμεναν να το δουν για το συνειδητοποιήσουν, ανέφερε η ξεναγός Beata Laskowska. Πώς αντιμετώπιζαν οι ντόπιοι όλο αυτό που συνέβαινε μόλις λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη τους; Γνώριζαν τι συνέβαινε μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά φοβόταν να μιλήσουν για να μην τιμωρηθούν και αυτοί από τους Ναζί, όπως σημειώνει η κ. Laskowska, η οποία κατάγεται, ζει και εργάζεται στην πόλη. «Πίστευαν ότι θα σκότωναν όλη την οικογένεια αν μιλούσαν». Βέβαια, υπήρχαν και λίγες περιπτώσεις όπου κάποιοι κάτοικοι παρείχαν βοήθεια δίνοντάς τους φαγητό ή φάρμακα, κρυφά στα εργοστάσια όπου εργάζονταν οι εξαντλημένοι άνθρωποι από την εργασία, την πείνα, τις αντίξοες συνθήκες διαβίωσης και την άθλια σε βάρος τους συμπεριφορά. «Στο Άουσβιτς δεν είχαν αξία τα χρήματα, οι άνθρωποι αυτοί ήθελαν να προμηθευτούν φαγητό για να ζήσουν άλλη μία μέρα», υπογράμμισε η κ. Laskowska.
Οι Έλληνες που μεταφέρθηκαν από τη Θεσσαλονίκη στο Άουσβιτς είχαν ένα αρκετά μεγάλο και κουραστικό ταξίδι, το οποίο διαρκούσε περίπου τέσσερις με πέντε ημέρες μέσα σε τρένα που προορίζονταν για τη μεταφορά ζώων. Στο τρένο ταξίδευαν μαζί με τα πτώματα που πέθαιναν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, χωρίς φαγητό και τουαλέτα, όπως ανέφερε ο ξεναγός Piotr Rutkowski. «Οι Ελληνίδες ήταν πολύ όμορφες όταν τις έβλεπαν να κατεβαίνουν από το τρένο. Είχαν μια αλλιώτικη ομορφιά με μαύρα μάτια, μαύρα μαλλιά και άσπρο δέρμα, αλλά ήταν πολύ εξαντλημένες από την πείνα και την κούραση». Όταν έφθαναν στα στρατόπεδα εξόντωσης οι Έλληνες Εβραίοι γνώριζαν να μιλούν μόνο την ελληνική γλώσσα και αυτό ήταν μια πρόσθετη δυσκολία, αφού δεν καταλάβαιναν τι τους έλεγαν οι Ναζί, με αποτέλεσμα να δέχονται μεγαλύτερη βία, σύμφωνα με πληροφορίες από τη μόνιμη ελληνική έκθεση η οποία στεγάστηκε πρόσφατα στο Μπλοκ 18 του κρατικού Μουσείου του Άουσβιτς.